Γνωμικολογικον

Αποφθέγματα, Γνωμικά, Αφορισμοί, Ρητά, Παροιμίες
 
 
 

Ελληνική Γλώσσα III

Ελληνική Γλώσσα

Σχετικό Γνωμικό
Τα όρια ενός ανθρώπου καθορίζονται από τα όρια της γλώσσας του.
Βιτγκενστάιν






Γλωσσικό Παράρτημα: Επισημάνσεις για τη σωστή χρήση της Ελληνικής Γλώσσας.

αλφαβητάρι

«Χαλαροί» Γλωσσικοί Κανόνες

«Χαλαροί», διότι δεν είναι κατασταλαγμένοι, η διατύπωσή τους -στα βιβλία γραμματικής- είναι ελλειπτική (δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις) και η εφαρμογή τους είναι χαώδης (ο καθένας τους εφαρμόζει όπως του αρέσει)

Οι κανόνες για το τελικό

Ο επίσημος κανόνας για το τελικό ‑ν

Η νεοελληνική γραμματική υπαγορεύει ότι σε κάποιες περιπτώσεις το τελικό ‑ν, κατάλοιπο της καθαρεύουσας και των αρχαίων ελληνικών, διατηρείται.

Οι κανόνες για τη διατήρηση του τελικού αφορούν αποκλειστικά τις εξής λέξεις:

  1. την αιτιατική ενικού του θηλυκού άρθρου τη(ν)
  2. τη θηλυκή προσωπική αντωνυμία του τρίτου προσώπου αυτήν και την
  3. Τα αρνητικά επιρρήματα δε(ν) και μη(ν)

Στις παραπάνω λέξεις το τελικό ‑ν διατηρείται:

  • Όταν η ακόλουθη λέξη άρθρο αρχίζει από φωνήεν. Π.χ. την αγάπη, την ελπίδα, την Ελένη κτλ.
  • Όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από κ, π, τ. Π.χ. στην τέχνη, την ποδιά, κτλ.
  • Όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από ξ, ψ, γκ, μπ, ντ,τζ, τσ. Π.χ. την ντροπή, την μπέμπα, κτλ.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όπου η επόμενη, λέξη αρχίζει από οποιοδήποτε άλλο γράμμα ή άλλο συνδυασμό γραμμάτων, το τελικό -ν χάνεται.


Λέξεις που δεν αφορά ο κανόνας για το τελικό -ν
Προσοχή: οι κανόνες αυτοί δεν ισχύουν στις παρακάτω περιπτώσεις (επειδή το -ν δεν είναι προσθαφαιρούμενο):
  • για το τελικό -ν της αιτιατικής ενικού του αρσενικού γένους του οριστικού και του αόριστου άρθρου (τον/στον,έναν) που διατηρεί πάντα το -ν
  • για την τριτοπρόσωπη αντωνυμία "τον" -διαφορετική από το άρθρο "τον"- που διατηρεί πάντα το "ν" (π.χ. «θα τον δείρω» αλλά «θα τη δείρω»)
  • για την προσωπική αντωνυμία του τρίτου προσώπου "αυτόν", που γράφεται πάντα με τελικό -ν
  • και για την άκλιτη λέξη "σαν", που επίσης γράφεται πάντα με τελικό -ν

    Σημείωση: Ο κανόνας ότι το άρθρο τον γράφεται πάντα με τελικό -ν είναι καινούργιος. Σύμφωνα με τη Νέα Ελληνική Γραμματική (του 2008):

    το τελικό ν της αιτιατικής ενικού του αρσενικού γένους του οριστικού και του αόριστου άρθρου (τον/στον, έναν), καθώς και της προσωπικής αντωνυμίας (αυτόν, τον) διατηρείται στον γραπτό λόγο πάντοτε, στον προφορικό όμως λόγο προφέρεται συνήθως μόνο στις περιπτώσεις που ακολουθούν φωνήεντα ή τα: κ, π, τ, γκ, μπ, ντ, τσ, τζ, ξ, ψ, π.χ. O Σωτήρης χθες πήγε βόλτα με έναν συμμαθητή του στον ζωολογικό κήπο. Αυτόν τον άνθρωπο δεν τον συνάντησε ποτέ.
Επισημάνσεις σε σχέση με τον κανόνα για το ‑ν:
Σε παλιότερες εκδόσεις αυτής της σελίδας προτείνονταν διάφορες παρεκκλίσεις από τον κανόνα για το τελικό -ν που είχαν να κάνουν κυρίως με τη σύγχυση και τις ανωμαλίες που δημιουργούσε ο παλιός κανόνας για το -ν στο άρθρο τον. Η νέα γραμματική έδωσε τέλος σ’ αυτήν τη σύγχυση οπότε δεν υπάρχει λόγος να καταφεύγουμε σε παρεκκλίσεις.
Καλό είναι πάντως να επισημάνουμε κάποιες περιπτώσεις που δεν ξεκαθαρίζονται ούτε στη Νέα Γραμματική:
  • Ερωτηματική αντωνυμία ποιος, ποια, ποιο: Η αιτιατική ενικού του αρσενικού είναι πάντα με τελικό -ν («ποιον»), ενώ η αιτιατική ενικού του θηλυκού παίρνει -ν ανάλογα με το γράμμα της επόμενης λέξης όπως ισχύει και για το άρθρο τη(ν).
    Παραδείγματα: ποιον δάσκαλο έχετε; ποια δασκάλα είχατε; ποιαν κυρία ζητάτε;
    Σημειωτέον ότι στο βιβλίο της γραμματικής παρατίθεται η κλίση της αντωνυμίας σε όλες τις πτώσεις και υποδεικνύονται κατά τρόπο που δεν χωρά αμφισβήτηση οι τύποι ποιον και ποια(ν).

  • Αόριστη αντωνυμία κάποιος, κάποια, κάποιο: Λογικά ισχύει ό,τι και στην προηγούμενη περίπτωση με το ποιος, ποια, ποιο. Είναι ενδιαφέρον ότι το βιβλίο της γραμματικής υποδεικνύει ότι το κάποιος κλίνεται όπως το τίμιος (που βεβαίως δεν έχει τελικό -ν στην αιτιατική). Όμως ο τύπος «κάποιον» χρησιμοποιείται οκτώ φορές στο βιβλίο! Παίρνουμε λοιπόν το θάρρος να αντιμετωπίσουμε το κάποιος όπως το ποιος: πάντα τελικό -ν στην αιτιατική ενικού του αρσενικού -κάποιον- και κατά περίπτωση με -ν στην αιτιατική ενικού του θηλυκού -κάποια(ν).
    Το ίδιο μπορεί να ισχύσει και για την αναφορική αντωνυμία όποιος, όποια, όποιο (με όποιον δάσκαλο καθίσεις...).

  • Αόριστες αντωνυμίες κανένας, καθένας, ένας. Η γραμματική ορίζει ότι κλίνονται όπως το αόριστο άρθρο ένας, που σημαίνει ότι η αιτιατική ενικού του αρσενικού έχει πάντα -ν, ενώ του θηλυκού δεν έχει ποτέ.
    Παραδείγματα: είδα έναν φαντάρο, δεν γνώρισα καμιά κυρία, δεν προσκύνησα κανέναν βασιλιά.

  • Δεικτικές αντωνυμίες, εκείνος και τέτοιος. Η γραμματική δεν το διευκρινίζει, αλλά πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες του τελικού -ν που ισχύουν για την αντωνυμία αυτός. Δηλαδή η αιτιατική ενικού του αρσενικού έχει πάντα τελικό -ν. Η χρήση στην αιτιατική του θηλυκού όμως, είναι υπερβολική.
    Παραδείγματα: ξαναείδα εκείνον τον τύπο, γνώρισα εκείνη την κοπέλα, δεν χρειάζεσαι τέτοιον γιατρό, τέτοιον αρχηγό θέλουμε.

  • Τελικό -ν στην αιτιατική ενικού αρσενικού γένους παίρνουν και άλλες αντωνυμίες όπως άλλος, όσος, πόσος, κάμποσος. Παραδείγματα: Πόσον καιρό θα λείψεις; Φάε όσον τραχανά θέλεις.

  • Συνοψίζοντας τα παραπάνω: Θα πρέπει να βάζουμε πάντοτε τελικό -ν στις αιτιατικές : ποιον, κάποιον, κανέναν, όσον, όποιον, εκείνον, τέτοιον, καθέναν, πόσον.
    Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί οι τύποι δεν καθορίζονται με κατηγορηματικό τρόπο στη γραμματική. Πολλοί βάζουν -ν στις αιτιατικές αυτές μόνον όταν ακολουθεί φωνήεν ή στιγμιαίο σύμφωνο. Αυτό δεν είναι απαραίτητα λάθος (γι’ αυτό μιλάμε για «χαλαρούς» κανόνες).
    Όμως υπάρχουν δύο περιπτώσεις που είναι επιτακτική η ανάγκη του τελικού -ν σ’ αυτές τις αντωνυμίες:
    • Όταν ακολουθεί σημείο στίξης ή όταν η αντωνυμία χρησιμοποιείται σαν ουσιαστικό, π.χ. περιμένω κάποιον να έρθει, δεν είδα κανέναν, διάλεξε κάποιον, φώναξε όποιον νομίζεις, στείλε μου τον άλλον.

  • Δεν πρέπει να θεωρείται λάθος η χρήση του -ν (με εφαρμογή του παραπάνω κανόνα αναφορικά με το πρώτο γράμμα της επόμενης λέξης) και στα αρσενικά επίθετα λίγος, αρκετός, πολύς.

  • Στο αριθμητικό εκατό όταν ακολουθεί άλλος αριθμός χρησιμοποιείται το τελικό ‑ν εφαρμόζοντας τον κανόνα για τον τελικό -ν, π.χ. εκατόν ένας, εκατόν τριάντα, εκατό δεκαεφτά. Πάντως η διατήρηση του -ν δεν θεωρείται λάθος. Π.χ. το «εκατόν δύο» δεν πρέπει να απορρίπτεται, αν και το «εκατό δύο» είναι προτιμότερο.

  • Στις λέξεις πρώτον, δεύτερον, τρίτον κ.ο.κ., σε απαρίθμηση στοιχείων, επιχειρημάτων κ.λπ., συνιστάται να διατηρείται το τελικό -ν.

  • Και τέλος:
    – Στη λέξη δυνατόν, στη φράση «δεν είναι δυνατόν να…», συνιστάται να διατηρείται το τελικό -ν.
    – Στη λέξη τουλάχιστον διατηρείται πάντοτε το τελικό -ν.
    – Στην έκφραση όσον αφορά διατηρείται πάντοτε το τελικό -ν.




Oι κανόνες για τη χρήση του κόμματος (,)

Το Κόμμα (,) είναι το πιο συχνό σημείο στίξης. Παραθέτουμε στη συνέχεια τους βασικούς κανόνες για τη χρήση του. Για τους κανόνες αυτούς θα πρέπει να θυμόμαστε ότι έχουν -σχεδόν όλοι- πολυπληθείς εξαιρέσεις και επομένως κανένας δεν ισχύει απόλυτα. Πολλά εξαρτώνται και από το ύφος του κειμένου καθώς και από το προσωπικό στυλ του συντάκτη.
Πότε δεν χρησιμοποιείται κόμμα:
  • Βασικός κανόνας: Το ρήμα δεν χωρίζεται ποτέ με κόμμα από το υποκείμενο ούτε το αντικείμενο ή το κατηγορούμενο από το ρήμα.

  • Δεν χωρίζονται με κόμμα λέξεις ή προτάσεις που συνδέονται με τους συμπλεκτικούς συνδέσμους και, ούτε, μήτε, με τους διαχωριστικούς ή και είτε, με το αντιθετικό επίρρημα παρά και με τον συγκριτικό σύνδεσμο παρά.
    Εξαιρέσεις: Ειδικά για το «και» (αλλά και για τους υπόλοιπους συνδέσμους αυτής της κατηγορίας) υπάρχουν αρκετές εξαιρέσεις. Έτσι χρησιμοποιείται κόμμα πριν από το και όταν:
    • ενώνει νοήματα κατά διαφορετικό τρόπο.
      π.χ. «κάνεις πάντα λάθη, και αυτό για πολλούς λόγους», «πηγαίνετε, και θα 'ρθω αργότερα»
    • μεσολαβεί παρενθετική πρόταση ή παράθεση ή επεξήγηση που προσδιορίζει κάποιον άλλο όρο της ίδιας πρότασης.

  • Δεν χωρίζονται με κόμμα οι ειδικές, βουλητικές, ενδοιαστικές και οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις που αποτελούν αντικείμενο του ρήματος.
    Παραδείγματα: «ομολόγησε ότι είναι ένοχος», «είναι βέβαιο ότι θα πετύχει», «είναι αμφίβολο αν θα έρθει», «φοβάμαι μήπως βρέξει».

  • Γενικά, δεν χωρίζονται με κόμμα οι δευτερεύουσες αναφορικές προτάσεις.
    π.χ: «Ό,τι είπε ήταν αληθινό», «Οι ευκαιρίες που χάσαμε ήταν πολλές», «Το βιβλίο που τον καθιέρωσε ήταν η Ελπίδα».
    • Η πολύ σημαντική εξαίρεση σ' αυτό τον κανόνα είναι όταν η αναφορική πρόταση είναι παρενθετική, επεξηγηματική ή προσθετική στο νόημα ενός όρου της πρότασης. Τότε, χρησιμοποιείται κόμμα.

  • Δεν χρειάζεται κόμμα, κατά κανόνα, στις μετοχικές προτάσεις.
    π.χ. «Μπαίνοντας στο σπίτι τρόμαξα από την ακαταστασία»
    • Κατ' εξαίρεσιν χρησιμοποιείται κόμμα όταν η μετοχική πρόταση επεξηγεί ή όταν είναι πολύ μεγάλη.
      π.χ. «Έτσι πέρασε τον καιρό του, κυνηγώντας χίμαιρες.»

Πότε επιβάλλεται η χρήση κόμματος
  • Με το κόμμα χωρίζουμε πρωτίστως λέξεις ασύνδετες που ανήκουν στο ίδιο μέρος του λόγου.
    π.χ. «Μας πρόσφερε ψωμί, σύκα, κρασί»

  • Χρειάζεται πάντα κόμμα στην κλητική προσφώνηση:
    «Άνοιξε, μάνα μου γλυκιά, την άφθαρτη αγκαλιά σου»

  • Χρησιμοποιούμε κόμμα για να χωρίσουμε όμοιες προτάσεις ασύνδετες
    π.χ. «Βγήκαμε από το σχολείο, πήραμε το δρόμο και σε λίγο φτάσαμε στην πλατεία.»

  • Με κόμμα χωρίζονται οι δευτερεύουσες προτάσεις που είναι πριν από τις κύριες (οι κύριες πριν από από τις δευτερεύουσες, είναι μια άλλη ιστορία):
    π.χ. «Αν θέλεις, έλα», «Σαν τον φοβάσαι τον γκρεμό, έλ' απ' το μονοπάτι.»

  • Χρησιμοποιούμε κόμμα μετά από βεβαιωτικό ή αρνητικό μόριο, επίρρημα ή επιρρηματική έκφραση στην αρχή περιόδου:
    π.χ. «Όχι, μη λες τίποτα», «Ναι, θα το έχω υπόψη μου», «Αντίθετα, ήμουν πολύ χαρούμενος», «Παρ' όλα αυτά, τίποτε δεν χάθηκε ακόμη»

  • Στην αντιθετική σύνδεση των προτάσεων χρησιμοποιούμε συνήθως κόμμα. Δηλαδή πριν από λέξεις όπως αλλά, ωστόσο, ενώ, παρόλο, μόνο που, μα κ.λπ.
    π.χ. «Ήθελα να σπουδάσω, αλλά δεν είχα λεφτά.»

  • Οι παρενθετικές και οι επεξηγηματικές προτάσεις (όταν δεν χωρίζονται με παρενθέσεις ή παύλες) κλείνονται πάντα ανάμεσα σε δύο κόμματα. Αυτό ισχύει και όταν η παρενθετική ή επεξηγηματική πρόταση είναι αναφορική, πλάγια ερώτηση, ειδική, ενδοιαστική.

  • Οι αιτιολογικές, οι χρονικές, οι υποθετικές, οι συμπερασματικές, οι εναντιωματικές, οι τελικές προτάσεις (που δηλώνουν σκοπό) χωρίζονται κατά κανόνα με κόμμα.
    Σε μια άλλη διατύπωση αυτού του κανόνα, χρησιμοποιούμε κόμμα για να χωρίσουμε προτάσεις που αρχίζουν με λέξεις όπως: όταν, αφού, ώστε, αν, ενώ, επειδή, μολονότι, για να, χωρίς να.
    Εξαίρεση: δεν εφαρμόζεται ο κανόνας όταν η πρόταση είναι πολύ σύντομη (π.χ. «δεν ήρθα επειδή έβρεξε»).

Σχόλια για τη χρήση του κόμματος
Σε πολλά κείμενα παρατηρείται το φαινόμενο της αλόγιστης χρήσης του κόμματος εκεί όπου δεν χρειάζεται, ενώ μάταια το αναζητά κανείς εκεί όπου είναι αναγκαίο.
Η κατάχρηση του κόμματος είναι δυστυχώς πολύ συνηθισμένη, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό του νοήματος.
Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, δεν είναι δυνατό να υπάρξουν απόλυτοι κανόνες για τη χρήση του κόμματος.
Δύο απλοί εμπειρικοί (και καθόλου υποχρεωτικοί) κανόνες:
  • Χρησιμοποιείτε το κόμμα με φειδώ. Καλύτερα να παραλείπεται, όταν βγαίνει νόημα και χωρίς αυτό.
  • Εκτός από την περίπτωση που η πρόταση έχει πολλές ασύνδετες λέξεις, να διστάζετε πολύ πριν χρησιμοποιήσετε περισσότερο από δύο κόμματα στην ίδια πρόταση.
  • Τέλος, ένα έξοχο παράδειγμα για τη χρήση του κόμματος: ο αριστουργηματικός Δελφικός χρησμός «ήξεις αφήξεις ου εν πολέμω θνήξεις» όπου η απουσία κόμματος τον καθιστά άκρως διφορούμενο, ενώ η τοποθέτησή του πριν ή μετά το «ου» δεν διαφοροποιεί απλά το νόημα, αλλά το ανατρέπει τελείως.



Η γραφή ξένων λέξεων και φράσεων

Ο κανόνας για τη μεταγραφή ξένων λέξεων
  • Οι ξένες λέξεις που χρησιμοποιούνται σε ένα κείμενο πρέπει να γράφονται πάντα στη γλώσσα μας, με ελληνικούς χαρακτήρες (κόνσεπτ και όχι concept, βέρσιον και όχι version)

  • Oι ξένες λέξεις που μεταφέρονται στα ελληνικά πρέπει να γράφονται με την απλούστερη ορθογραφία. Σύμφωνα με τη διατύπωση της Γραμματικής της Νεοελληνικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη (1941), «οι ξενικές λέξεις μεταγράφονται φωνητικά καθώς και οι μεταχριστιανικές γενικά λέξεις και καταλήξεις ξένης καταγωγής, που γράφονται με απλά φωνήεντα και με απλά σύμφωνα».
    Έτσι γράφουμε: Χόλιγουντ αντί Χόλλυγουντ, στιλ αντί στυλ, πίτα αντί πίττα, καβγάς αντί καυγάς, Σλάβος αντί Σλαύος.

  • Άμεση συνέπεια του κανόνα είναι ότι στις μεταγραφές ξενικών λέξεων δεν χρησιμοποιούνται ποτέ κάποια γράμματα και συνδυασμοί γραμμάτων.
    Έτσι δεν χρησιμοποιούνται:
    • τα η, υ, ει, υι, οι (αντ' αυτών μόνο το ι, π.χ. πάρτι, σίριαλ),
    • το ω (αντ'αυτού το ο, π.χ.μαγιό, πανό, γιοτ),
    • το αι (αντ'αυτού το ε, π.χ. τρένο, Βολτέρος),
    • το αυ, ευ (αντ'αυτών τα αβ, εβ ή αφ,εφ, π.χ. καβγάς)
    • το διπλό σύμφωνο γγ (αντ'αυτού το γκ, π.χ. ξίγκι) και
    • τα διπλά σύμφωνα τ τ, λλ, νν κ.λπ. (αντ'αυτών τα αντίστοιχα απλά σύμφωνα τ, λ, ν κλπ, π.χ. Κένεντι, πίτα, χολ)

  • Οι παραπάνω κανόνες ισχύουν και για τα κύρια ονόματα: Σέξπιρ, Βολτέρος, Τσόρτσιλ,
Προτεινόμενες εκτροπές από τον κανόνα
Ο κανόνας είναι σαφής, είναι όμως περιττό να επισημάνουμε ότι σπάνια εφαρμόζεται πιστά στην πράξη. Γι' αυτό προτείνεται να ακολουθούνται οι παρακάτω πρακτικές που είναι πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα.
  • Δεν βλάπτει να χρησιμοποιούνται κάπου-κάπου λέξεις με τη λατινική τους γραφή (χωρίς να το παρακάνουμε όμως).
    Η πρακτική αυτή αφορά κυρίως λέξεις που είναι είτε διεθνείς είτε δύσκολο να μεταφρασθούν με ακρίβεια στα ελληνικά είτε πολύ γνωστές ήδη στους αναγνώστες στους οποίους απευθύνεται το κείμενο (είτε όλα αυτά μαζί). Έτσι, τις περισσότερες φορές είναι προτιμότερο να γράφουμε λέξεις όπως design, concept, version, deja vu, deal, facebook με λατινικούς χαρακτήρες παρά με ελληνικούς.

  • Το ίδιο, δηλαδή η γραφή με λατινικούς χαρακτήρες, μπορεί να ισχύσει κατά περίπτωσιν και για τα κύρια ονόματα.
    Πάντως, η πρακτική αυτή μπορεί να ενοχλήσει αν πρόκειται για ονόματα που είναι έστω και ελάχιστα οικεία με την ελληνική τους γραφή.
    Επίσης, είναι παράλογο να αποδίδονται στα Λατινικά λέξεις και ονόματα που προέρχονται από γλώσσες που δεν χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Έτσι, τα ρωσικά, κινεζικά, αραβικά κ.ά. ονόματα αποδίδονται, όπως είναι ευνόητο, πάντα με ελληνικούς χαρακτήρες (Τολστόι και όχι Tolstoy). Ας σημειωθεί πάντως, ότι αυτό το τελευταίο δεν εφαρμόζεται στη μετάφραση επίσημων εγγράφων (της ΕΕ, λόγου χάρη) όπου προδιαγράφεται η απόδοση ξένων ονομάτων και τοπωνυμιών με τη λατινική τους γραφή (ως η διεθνώς αναγνωρισμένη μορφή) ακόμα κι αν προέρχονται από χώρες που δεν χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο!

  • Ο κανόνας της απλογράφησης των ξενικών λέξεων όταν αποδίδονται με ελληνικούς χαρακτήρες να μην ισχύει για τα κύρια ονόματα. Αντίθετα, να ισχύει για αυτά η αρχή της αντιστρεψιμότητας στην αρχική τους μορφή μέσω της ορθογραφίας τους. Πράγμα που σημαίνει ότι η απόδοση στα ελληνικά πρέπει να αντιστοιχεί, όσο αυτό είναι δυνατό, στη λατινική τους ορθογραφία. Υπέρ αυτής της άποψης ήταν τόσο ο Μ. Τριανταφυλλίδης, όσο και ο σύγχρονός μας Μπαμπινιώτης.
    Έτσι τελικά, είναι προτιμότερο να γράφουμε: Βολταίρος, Σαίξπηρ, Κέννεντυ, Μπωντλαίρ.

  • Πολλά ξένα κύρια ονόματα έχουν μια εδραιωμένη ιστορική απόδοση (όχι μόνο ορθογραφία) στα Ελληνικά. Π.χ. Newton-Νεύτων. H αποφυγή χρήσης αυτής της μορφής δείχνει μάλλον άγνοια παρά προσήλωση σε γλωσσικούς κανόνες. (Παράδειγμα: βρήκαμε άκρως ενοχλητική την απόδοση του Αγίου Ιερώνυμου σαν Σεν-Τζερόμ, σε προ δεκαετίας ευπώλητη έκδοση βιβλίου για νεκρούς φιλοσόφους).

  • Για τις ξενικές λέξεις που έχουν, τρόπον τινα, ελληνοποιηθεί (με ελληνικές καταλήξεις και πτώσεις) δεν πρέπει να τίθεται θέμα: πρέπει να γράφονται πάντα με την ιστορική τους ορθογραφία, π.χ. Ζυρίχη, Ρώμη, κομμουνισμός, Ναπολέων.
    (Αυτό μοιάζει προφανές, αλλά περιέργως συζητείται η απλογράφηση και αυτής της κατηγορίας λέξεων!)

  • Οι παλιότερες ξενικές λέξεις που χρησιμοποιούνται επί πολλές δεκαετίες είναι προτιμότερο να γράφονται με την ιστορική ορθογραφία: μαγιώ, πανώ, πορτραίτο, ντοκυμανταίρ, γιώτ. Ειδικά για τη μεταγραφή του y σε υ, να θυμίσουμε ότι το «y» είναι το δηλωμένα ελληνικό γράμμα του λατινικού αλφαβήτου, πράγμα που συνηγορεί στις ορθογραφίες: χόμπυ, στυλ, πάρτυ, πέναλτυ, ουίσκυ.

  • Στη μεταγραφή των κυρίων ονομάτων John και George να χρησιμοποείται ‑ω‑, επειδή αν και δεν υφίσταται θέμα αντιστρεψιμότητος, τα ονόματα αυτά είναι ελληνικής προέλευσης (από Ιωάννης και Γεώργιος αντίστοιχα)

  • Τέλος, για όλες τις υπόλοιπες λέξεις, δηλαδή για όλες τις νεότερες λέξεις που δεν είναι κύρια ονόματα και δεν έχουν ιστορική ορθογραφία, να τηρείται ο κανόνας της απλογραφικής, φωνητικής απόδοσης στα ελληνικά. Π.χ. "γκέι"

Τούτων λεχθέντων, πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι διαχωριστικές γραμμές για την εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων είναι κάπως θολές. Η βασική αδυναμία τους είναι η έντονη ασυνέπεια που δημιουργείται με τον διαφορετικό τρόπο γραφής των ξένων λέξεων και με τα όρια ανάμεσα στις «παλαιότερες» και τις «νεότερες» ξένες λέξεις.
Επιπροσθέτως οι απόψεις για "καθιερωμένες" και "αντιαισθητικές" ορθογραφίες είναι σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικές. Aπό την άλλη μεριά, η νέα, απλουστευτική ορθογραφία κάποιων λέξεων έχει γίνει ήδη αποδεκτή (π.χ. «τρένο»)

Παρ' όλα αυτά, έχουμε τη γνώμη ότι η πιστή τήρηση του κανόνα γεννά μάλλον άσχημες και αδόκιμες λέξεις και επιμένουμε στην υιοθέτηση των πρακτικών που αναφέρθηκαν πιο πάνω, έστω και με κάποιες γκρίζες ζώνες.





Παρατατικός συνηρημένων ρημάτων σε -ούμαι

Ο κανόνας
Το κομμάτι αυτό αφορά μεσοπαθητικά ρήματα προερχόμενα από αρχαία συνηρημένα σε -έω ή σχηματισμένα κατά το πρότυπό τους: διοικούμαι, θεωρούμαι, στερούμαι, μιμούμαι, προηγούμαι, εξαιρούμαι, τοποθετούμαι, παρατηρούμαι, δικαιολογούμαι, εννοούμαι κ.ά.
Η εκτενέστατη αυτή κλιτική κατηγορία ρημάτων (β2 συζυγία) αναφέρεται ακροθιγώς στη Νεοελληνική Γραμματική με ένα μόνο παράδειγμα, το ρήμα στερούμαι, ο παρατατικός του οποίου σχηματίζεται ως εξής:
  • στερούμουν (!)
  • στερούσουν
  • στερούνταν (προσοχή, κατάληξη -νταν)
  • στερούμασταν
  • στερούσασταν
  • στερούνταν
(Επιεικώς απαράδεκτα! Τα πράγματα γίνονται χειρότερα αν επιλεγεί και η προσθήκη ενός -ε στο τέλος: "στερούντανε"!)
Η μόνη δικαιολογία γι' αυτήν την ασχήμια είναι ότι o κανόνας αυτός αποτελεί εύλογη προσαρμογή του γενικού κανόνα για τα ρήματα της ίδιας κλιτικής κατηγορίας. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και ρήματα όπως θυμούμαι, κοιμούμαι τα οποία όμως δεν προέρχονται από αρχαία σε -εω και ο παρατατικός τους είναι πολύ πιο ρεαλιστικός (θυμόταν, κοιμόταν).

Προτεινόμενες εκτροπές από τον κανόνα
Το πρόβλημα με τον κανόνα αυτό είναι ότι αφενός παράγει μερικές από τις πιο άσχημες και κακόγουστες λέξεις της Ελληνικής και αφετέρου, παρόλο που διδάσκεται επί δεκαετίες, χρησιμοποιείται ελάχιστα στην καθομιλουμένη. Γι' αυτό προτείνουμε την παρακάτω προσέγγιση για τον παρατατικό της περί ής ο λόγος ομάδας ρημάτων:
  • Για κάποια από αυτά (ασχολούμαι, αρνούμαι, χρησιμοποιούμαι) έχει αναπτυχθεί στον προφορικό λόγο ένας μεταπλασμένος τύπος για τον παρατατικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον γραπτό λόγο: ασχολιόταν, αρνιόταν, χρησιμοποιόταν.

  • Για τα υπόλοιπα, να προτιμάται κατά περίπτωσιν ο αρχαίος τύπος. Ιδίως στα πρόσωπα του ενικού: στερείτο, εξαντλούμην, εθεωρείτο, απετελείτο, διεκδικείτο.
    Παραδείγματα: Ο Αριστοτέλης εθεωρείτο ο μέγιστος των φιλοσόφων, Η ομάδα προηγείτο με 3-0, Το κείμενο αποτελείτο από τρεις διατάξεις, Εθεωρούμην βαθύς γνώστης της μουσικής, Προσποιείτο ότι δεν ήξερε, .

  • Για όσους θέλουν να υιοθετήσουν αυτή τη λύση ο πλήρης παρατατικός του "στερούμαι" στην καθαρεύουσα έχει ως εξής:
    • (ε)στερούμην
    • (ε)στερείσο
    • (ε)στερείτο
    • (ε)στερούμεθα
    • (ε)στερείσθε
    • (ε)στερούντο



Ξεχασμένοι παρατατικοί ρημάτων

Περί τίνος πρόκειται;
Εδώ γίνεται μια απόπειρα να επισημανθούν περιπτώσεις διαφόρων μεσοπαθητικών ρημάτων, με ιδιαιτερότητες στο σχηματισμό του παρατατικού (και ενδεχομένως και άλλων χρόνων), για τις οποίες ιδιαιτερότητες δεν υπάρχει κανόνας!
Για κάποια από αυτά τα ρήματα γίνεται μια μικρή μνεία στη Νεοελληνική Γραμματική, παραλείπεται όμως τελείως η αναφορά στο σχηματισμό του παρατατικού, που είναι και το πιο ευάλωτο και επικίνδυνο σημείο της γλωσσικής χρήσης τους.

Σ' αυτήν την ομάδα ανήκει και η κατηγορία που συζητήθηκε ξεχωριστά στο προηγούμενο εδάφιο (ρήματα σε ‑ούμαι).
Άλλες περιπτώσεις μεσοπαθητικών ρημάτων με αδιευκρίνιστη κλίση στον παρατατικό είναι:
  • Ρήματα προερχόμενα από αρχαία σε -μι / -μαι: επιτίθεμαι, προτίθεμαι, διατίθεμαι, κατατίθεμαι, προΐσταμαι, συνίσταμαι, παρίσταμαι, υφίσταμαι, επαφίεμαι
  • Ρήματα προερχόμενα από αρχαία συνηρημένα σε -άω: εγγυώμαι, εξαρτώμαι, προτιμώμαι, καταχρώμαι, ηττώμαι, αναρριχώμαι
  • Ρήματα προερχόμενα από αρχαία σε -όω: δικαιούμαι, υποχρεούμαι, ισούμαι, καρπούμαι, πληρούμαι
  • Ρήματα, σύνθετα του κείμαι, μερικά αποκλειστικώς τριτοπρόσωπα: έγκειται, πρόκειται, σύγκειται, πρόσκειται, εναπόκειται, υπόκειται

Επαναλαμβάνω: οι νεοελληνικές γραμματικές αποφεύγουν να κάνουν οποιαδήποτε νύξη για τον παρατατικό αυτών των ρημάτων (και, στις περισσότερες περιπτώσεις, για οποιαδήποτε άλλο ρηματικό τύπο τους). Ο σχηματισμός τού παρατατικού αυτών των κατηγοριών φαίνεται τόσο ξεκάρφωτος ώστε η περιγραφή του είναι αδύνατο να ενταχθεί σε κάποια έτοιμη μορφολογική κατηγορία.
Αλλά πρέπει να είμαστε επιεικείς: Η Νεοελληνική Γραμματική δεν μπορεί να αποφύγει σκοπέλους όπως αυτός και αδυνατώντας να δώσει μια συνεπή και συγκροτημένη λύση καταφεύγει σε μια αμήχανη παράλειψη. Αν θα θέλαμε να γίνουμε πιο μελοδραματικοί, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για αποσιώπηση...


Τι πρέπει να κάνουμε;

Η μη αναφορά του παρατατικού στη Νεοελληνική Γραμματική αποτελεί υπαινιγμό για την αποφυγή χρήσης του. Αυτό όμως δεν είναι λύση. Τα προαναφερθέντα ρήματα δεν είναι εξωτικά και σπάνια, αλλά μέρος του καθημερινού λόγου.

Σχετικά, έχουμε να κάνουμε τις ακόλουθες προτάσεις και επισημάνσεις:

  • Δεν υπάρχει κανόνας στα νέα ελληνικά που να ρυθμίζει τον παρατατικό ρημάτων προερχόμενων από αρχαία σε ‑οω, ‑άω, ‑ημι, ‑κειται (επομένως, μην πτοείστε αν δεν ξέρετε να τους χειριστείτε, κανένας δεν ξέρει!)
  • Όποτε είναι εύκολο, καλό είναι να αποφεύγεται η χρήση του παρατατικού τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να αποφεύγεται παντελώς. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιείται αντ' αυτού ένα άλλο ρήμα ή μια περιφραστική διατύπωση.(π.χ. αντί να γράψουμε παρίσταντο, μπορούμε να γράψουμε παραβρέθηκαν ή ήταν παρόντες ή ...με την παρουσία των... ή κάτι τέτοιο. Όλα αυτά είναι εξίσου σαφή και περισσότερο συμβατά με τον νεοελληνικό λόγο
  • Όσα ρήματα διαθέτουν εναλλακτικό μεταπλασμένο τύπο (σε -ιέμαι), να προτιμάται στον σχηματισμό τού παρατατικού. Παραδείγματα: καυχιόμουν, -όσουν, -όταν (καυχώμαι / καυχιέμαι), συναντιόμαστε (συναντώμαι / συναντιέμαι), βρυχιόταν (βρυχώμαι / βρυχιέμαι). Μερικές φορές ο μεταπλασμένος τύπος απαντά μόνο στον παρατατικό: π.χ. εξαρτιόσουν, εξαρτιόταν (αλλά εξαρτάται, όχι εξαρτιέται).
  • Όταν, παρ' όλα αυτά, κρίνεται σκόπιμη η χρήση του παρατατικού, να χρησιμοποιείται ο αντίστοιχος τύπος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
    Δεν μπορούμε να παραθέσουμε εδώ μια πλήρη αναφορά όλων των τύπων. Θα πρέπει να ανατρέξει κανείς στη γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής και να φρεσκάρει τις γνώσεις του επάνω στις κλίσεις ρημάτων όπως το τίθημι (μέση φωνή: τίθεμαι), ίστημι (ίσταμαι), ρήματα σε ‑ώμαι, σε ‑ούμαι κ.λπ.
  • Όταν καταφεύγουμε σε τύπο της Αρχαίας για αυτούς τους παρατατικούς, καλό είναι να περιοριζόμαστε στο γ' ενικό και στο γ' πληθυντικό πρόσωπο. Τα υπόλοιπα πρόσωπα συνιστούν εντελώς εξεζητημένη επιλογή.
  • Στις περιπτώσεις που δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη χρήση ενός αρχαιοπρεπούς παρατατικού, είναι προτιμότερο να τους χρησιμοποιούμε με τη χρονική αύξηση -ε παρόλο που στα αρχαία ελληνικά αυτή η αύξηση είναι μερικές φορές προαιρετική. Για παράδειγμα, εθεωρείτο, εδικαιούτο και όχι θεωρείτο, δικαιούτο. Αυτό θα πρέπει να το εφαρμόσουμε και για το (ε)στερούντο που αναφέραμε πιο πάνω.
    Όλα αυτά, με μια καθιερωμένη εξαίρεση: το αποτελείτο.
  • Με βάση τις παραπάνω προτάσεις, παραθέτουμε μερικούς παρατατικούς που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στα Νέα Ελληνικά:
    επρόκειτο, διετίθετο, παρίσταντο, αποτελείτο, ασχολείτο, υφίστατο, εδικαιούτο, επαφίετο, προτιμούντο, εναπόκειτο, εγγυάτο, κατετίθεντο, εκαρπούτο, διερωτώντο

    Φράσεις:
    • Όλοι διερωτώντο τι είχε συμβεί
    • Δεν διετίθετο να υποχωρήσει
    • Η εξαγγελία δεν επρόκειτο να υλοποιηθεί
    • Οι αρχές παρίσταντο στην εκδήλωση
    • Δεν εδικαιούτο να ομιλήσει
    • Αν συνέχιζε, θα ηττάτο κατά κράτος
    • Δεν ετίθετο θέμα παραπομπής του
    • Εναπόκειτο πλέον στις δικές του προσπάθειες

Εννοείται πως αυτοί οι ρηματικοί τύποι δεν μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά με λαϊκές εκφράσεις ούτε είναι σκόπιμο να γίνεται εκτεταμένη χρήση τους σε ένα κείμενο.


Γενικό σχόλιο

Πιθανότατα ξενίζει όλη αυτή η συζήτηση για "χαλαρούς" κανόνες και η άνεση με την οποία εκφράζονται προτιμήσεις και προτείνονται παρεκκλίσεις.

Θα πρέπει να έχουμε υπόψη όμως ότι:
  1. H γλώσσα απέχει πολύ από το να είναι ένα κατάφρακτο πλέγμα ανελαστικών, απόλυτων και οριστικών κανόνων

    Υπάρχει ένας κορμός γραμματικών, ορθογραφικών και συντακτικών κανόνων που καλύπτει τον κύριο όγκο της ελληνικής γλώσσας. Αυτός είναι παγιωμένος και αδιαμφισβήτητος. Από εκεί και πέρα όμως υπάρχει μια "ζώνη του λυκόφωτος" στη οποία ελλοχεύουν άπειρες λέξεις και φράσεις που δεν μπορούν να ενταχθούν σε κανόνες και συχνά προκαλούν αμφιβολίες, διαφωνίες και αμηχανία.

    Αυτό είναι αναμενόμενο. Η ελληνική γλώσσα δεν είναι σαν τις άλλες. Εξελίσσεται αδιαλείπτως επί 4000 χρόνια (και μάλιστα έχοντας γραπτό λόγο, όχι απλά προφορική παράδοση). Αυτό δεν είναι ένα επηρμένο εθνοκεντρικό σχόλιο, είναι ένα ψυχρό επιστημονικό δεδομένο. Χαρακτηριστικό είναι ότι είχαμε την πολυτέλεια να απορρίψουμε τις δασείες και τις περισπωμένες με το σκεπτικό ότι ήταν μια "νεωτεριστική" προσθήκη που είχε ζωή μόνο 10 αιώνων! (Οι περισσότερες γλώσσες πριν 10 αιώνες δεν είχαν καν αλφάβητο. Ίσως, ούτε καν φθόγγους...)

    Γι' αυτό η γλώσσα μας είναι δύσκολο να μπει σε καλούπια, παρόλο που κατά καιρούς γίνονται τεχνητές προσπάθειες για να τιθασευτεί όλο αυτό το τεράστιο πεδίο, όπως είχε γίνει με το λανσάρισμα της καθαρεύουσας ή όπως έγινε πιο πρόσφατα με την καθιέρωση της δημοτικής.


  2. Δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ καμιά ανώτατη γλωσσική αρχή και κανένας απόλυτος κυρίαρχος της γλώσσας

    Κατά καιρούς εμφανίζονται διάφοροι πολύξεροι και αυτόκλητοι γλωσσαμύντορες που θέλουν να έχουν τον τελευταίο λόγο για τις λέξεις και την ορθογραφία που πρέπει να χρησιμοποιούμε.

    Μην μασάτε!  Κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει την απόλυτη γνώση για την ελληνική γλώσσα. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να παίζει το ρόλο τιμητή και να στηλιτεύει όσους -κατά τη γνώμη του- δεν κάνουν σωστή χρήση της γλώσσας. Και, κυρίως, κανένας δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλει τους δικούς του κανόνες.

    Καλό είναι να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι δεν υπάρχει μια "ανεξάρτητη αρχή" για τη ελληνική γλώσσα. Δεν υπάρχει κάποιο σώμα ειδικών που να μελετήσει συστηματικά και να θεσπίσει ένα ολοκληρωμένο γλωσσικό σύστημα. Έτσι οι διάφορες αλλαγές προκύπτουν με τις προσπάθειες κάποιων έγκυρων φιλολόγων που μερικές φορές -αλλά όχι πάντα- βρίσκουν πρόσφορο έδαφος (όπως υπήρξε η έκδοση της γραμματικής του Μ.Τριανταφυλλίδη).

    Και πρέπει επίσης να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στις διάφορες τάσεις και προτάσεις που κάνουν την εμφάνισή τους κατά καιρούς και που δεν χρειάζεται να σπεύδουμε να ακολουθήσουμε. Μια τέτοια τάση, που τελικά επικράτησε, υπήρξε αυτή για το μονοτονικό σύστημα. Μια άλλη, που ευτυχώς δεν επικράτησε, ήταν αυτή για πλήρη απλογράφηση της Ελληνικής (με κατάργηση, λόγου χάριν, του ήτα και του ύψιλον και χρήση μόνο του ιώτα).
    Η τάση που τελευταία είναι της μόδας είναι να απορρίπτονται ορθογραφίες που δεν δικαιολογούνται ετυμολογικά. Αυτός είναι και ο λόγος που ενώ η ορθογραφία "αυτί" ήταν σε χρήση επί 100 χρόνια, κάποιοι είχαν τη φαεινή ιδέα ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιούμε το ετυμολογικά ορθότερον "αφτί". Αλλά με αυτήν τη λογική, θα έπρεπε όλες οι λέξεις να επιστρέψουν στη γραφή της εποχής του Ομήρου...

    Ασφαλώς και πρέπει να υπάρχουν κανόνες και σίγουρα θα πρέπει να τους ξέρουμε. Και ασφαλώς σε μια γλώσσα, όσο παλιά κι αν είναι, η ορθογραφία δεν μπορεί να μείνει στατική. Ας αντισταθούμε όμως στις υπερβολές και στην επιβολή τρόπων γραφής που δεν αρέσουν. Ας αντισταθούμε σε ψυχαναγκαστικές υπεραπλουστεύσεις και σε όλες τις αλαζονικές, αλλοπρόσαλλες και -στην ουσία- αυθαίρετες ετυμηγορίες για τη χρήση της γλώσσας.

    Δεν λέμε ότι αφού κανένας δεν έχει δικαίωμα να επιβάλει κανόνες, πρέπει ο καθένας να μιλάει και να γράφει όπως του αρέσει ή οτι εμείς -εδώ στο Γνωμικολογικόν- θα γεμίσουμε το κενό. Απλά λέμε ότι μερικές φορές δεν πειράζει να είμαστε λίγο "χαλαροί".


  3. Ας αφήσουμε τις νέες λέξεις να ανθίσουν.
    Και τέλος, ας μη μας τρομάζουν οι νέες λέξεις. Η γλώσσα είναι κάτι ζωντανό. Αλλάζει συνέχεια. Λέξεις γεννιούνται και πεθαίνουν. Κανόνες επιβάλλονται ή μένουν στα αζήτητα. Ισχύει και εδώ ένα είδος φυσικής επιλογής. Survival of the fittest. Οι δυνατότερες επιβιώνουν όταν προσαρμόζονται εύκολα σε ένα αέναα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Μπορεί, λόγου χάριν, η λέξη "καλυτερότερος" να είναι λάθος αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει.

    Και επίσης ας μη διστάζουμε να δημιουργούμε νέες λέξεις στα γραπτά μας όποτε θέλουμε. Τα αρχαία ελληνικά θα ήταν μια διαφορετική γλώσσα αν δεν υπήρχε ο γλωσσοπλάστης Όμηρος, όπως και τα αγγλικά θα ήταν διαφορετικά αν ο Σαίξπηρ (ή μήπως "Σέξπιρ";) δεν είχε επινοήσει το 10% από τις 17.677 συνολικά λέξεις που έχει χρησιμοποιήσει στα έργα του.








Μανώλης Παπαθανασίου   2008 – 2024



Δείγμα Γνωμικών